Thursday, June 22, 2006

Αθήνα-μεγάλη πόλη, μεγάλη μοναξιά

Χθες ήμουν στο Γκαζοχώρι. Κοινώς, στο Ρουφ.
Πρόκειται για τη μοναδική μάλλον περιοχή τόσο κοντά στο κέντρο της Αθήνας, όπου τα παιδιά παίζουν ακόμα στους δρόμους και οι κάτοικοι το καλοκαίρι βγάζουν τις καρέκλες τους έξω στο πεζοδρόμιο, ει μη και στο οδόστρωμα.
Τα σπίτια είναι στη συντριπτική πλειοψηφία τους χαμηλά, μονόροφα ή δίπατα και συνυπάρχουν με κάποια λίγο ψηλότερα κτίρια που στεγάζουν αποθήκες ή ήπιες βιοτεχνικές χρήσεις. Ανάμεσα τους ξεφυτρώνουν δειλά κάποιες σύγχρονες κατασκευές με μοντέρνα διαμερίσματα (ο όρος "μοντέρνο" με τη χρήση της καθομιλουμένης, μη με δείρετε).
Οι ανοικτοί χώροι ελάχιστοι, στην πλειοψηφία τους κενά οικόπεδα. Στα όρια της περιοχής δυο από τους σημαντικότερους σύγχρονους πόλους πολιτιστικών δραστηριοτήτων της πόλης μας, και οι δύο επί της Πειραιώς, το Γκάζι από πάνω και στο κάτω όριο το νέο κτήριο του μουσείου Μπενάκη.
Περιμετρικά του Γκαζιού, από την πίσω πλευρά, απλώνονται ευφάνταστα εστιατόρια, ταβερνάκια και μπαρ, καθώς και λίγοι ακόμη μικρότεροι πολιτιστικοί χώροι, όπως το θέατρο Ροές. Τα μαγαζιά αυτά όλο και διαχέονται, προκαλώντας μια όσμωση του παλιού με το καινούριο, της κλειστής κοινωνίας των τουρκόφωνων μουσουλμάνων που ζουν στην περιοχή αναμεμειγμένοι με παλιούς έλληνες κατοίκους με τους οποίους έχουν συνηθίσει να συνυπάρχουν και των νέων επισκεπτών, επαγγελματιών, εργαζομένων και σιγά σιγά κατοίκων της περιοχής, που έχουν διαφορετικό προφίλ.
Οι μεν γίνονται μάρτυρες των δραστηριοτήτων και του τρόπου ζωής των δε. Μια νέα γειτονιά γεννιέται με άγνωστο, ίσως λαμπρό, μέλλον.
Γοητεύτηκα αλλά δεν θέλω να πως κάτι βιαστικά.
Πήγα εκεί καλεσμένη της φίλης και συνεργάτιδας Ελένης Τζιρτζιλάκη, που είναι αρχιτεκτόνισα εξαιρετική, ενώ παράλληλα εδώ και χρόνια κατορθώνει να συνδυάζει την αρχιτεκτονική πράξη με την έρευνα στις εγκαταλελειμένες συνοικίες του κέντρου της πόλης, την έρευνα των χρήσεων, τη σύνθεση, τις ανάγκες και τις συνήθειες του πληθυσμού, την εξέλιξη τους, τις δυνατότητες επανάχρησης των κτισμάτων και αξιοποίησης των κενών χώρων. Κι όλη αυτή την έρευνα τη συνδυάζει με πολλές δράσεις σε συνεργασία με άλλους καλλιτέχνες, που έχουν στόχο να δραστηριοποιήσουν τους κατοίκους, να τους βοηθήσουν στην περαιτέρω οικειοποίηση και αξιοποίηση του περιβάλλοντος τους, να δημιουργήσουν επικοινωνία.
Έτσι και χθες, η Ελένη σε συνεργασία με μια ομάδα καλλιτεχνική της οποίας είναι συνιδρύτρια, οργάνωνε μια σειρά υπαίθριων παιχνιδιών και καλλιτεχνικών δραστηριοτήτων για τα παιδιά της γειτονιάς, στη μοναδική πλέον ελεύθερη πλατεία της περιοχής, την πλατεία Κουλούρη-λίγα μόλις μέτρα μακριά από τα μοδάτα μπαρ.
Βρέθηκα για πρώτη φορά στο χώρο αυτό, να παρακολουθώ από κοντά τα παιδιά-στην πλειοψηφία τους μουσουλμανόπαιδα διότι απ' ότι έμαθα δυστυχώς οι περισσότεροι έλληνες κάτοικοι της γειτονιάς προτιμούν να απέχουν τα παιδιά τους από το υπαίθριο παιχνίδι. Ουπς, το είπα! Είπα ΄"έλληνες" για να χαρακτηρίσω τους ελληνόφωνους χριστιανούς κατοίκους, σε αντιδιαστολή με τους μουσουλμάνους, παρότι είναι κι αυτοί έλληνες, από τη Θράκη και μάλιστα απ' ότι έχω ακούσει πομακικής καταγωγής οι περισσότεροι. Τα καλοκαίρια πηγαίνουν στην Κομοτηνή και το χειμώνα στο Γκαζοχώρι. Μια παράδοση δεκαετιών που την αρχή της δεν έχω ψάξει.
Εν γένει, η περιοχή είναι υπέροχη και νομίζω ότι θα εξελιχθεί στο Κολωνάκι του νέου αιώνα, ιδιαίτερα αν προχωρήσει η ανάπλαση του ελαιώνα. Ήδη με τη δημιουργία του πάρκου επί της Πειραιώς-στην πρώην κορεάτικη αγορά-η περιοχή επωφελείται.
Βέβαια πάλι σύμφωνα με πληροφορίες της δασκάλας κας Ιωάννας, οι παραδοσιακά εγκατεστημένες στην περιοχή μουσουλμανικές οικογένειες ίσως έχουν πρόβλημα να παραμείνουν, μετά την αύξηση της αξίας της γης.Ήδη απ' ότι μου είπε κάποιες έχουν φύγει για τα Λιόσια κι άλλες ετοιμάζονται να ακολουθήσουν. Οικονομικοί λόγοι τους οδήγησαν κάποτε στη γειτονιά και αντίστοιχοι τους απομακρύνουν. Αν και ακόμη είναι νωρίς.
Τέλος πάντων, τα παιδιά ήταν χαρούμενα κι η βραδιά κύλησε ήρεμα.
Αναρωτιέσαι για τη πόλη, όπως την παρατηρείς, πως αλλάζει, για τον άνθρωπο, την ιστορία, την τέχνη, την πολιτική και πως σχετίζονται όλ'αυτά. Για το αν θα θυμούνται όσα από τα παιδιά αυτά φύγουν τη γειτονιά αυτή, για το αν θα αφομοιωθούν στο νέο μέρος που θα πάνε ή αν θα δημιουργήσουν πάλι γκέτο όπως εδώ. Αναρωτιέσαι αν τελικά οι σημερινές δυνατότητες επικοινωνίας αρκούν για να εξαλείψουν την έννοια του "ξένου", του "ανοίκειου", του διαφορετικού.

Υ.Γ. Μετά από ένα χρόνο, η γειτονιά ήδη εμφανίζει αλλαγές. Ο νέος σταθμός του μετρό εγκαινιάστηκε και γύρω του εμφανίστηκε μια μοντέρνα εντυπωσιακή πλατεία. Τα μπαρ κι εστιατόρια αυξήθηκαν. Η περιοχή εκμοντερνίζεται. Λίγοι κάτοικοι έφυγαν, οι περισσότεροι μένουν ακόμη. Πραγματοποιήθηκαν κι άλλες καλλιτεχνικές δράσεις εκεί αυτό το καλοκαίρι, από τη Νομαδική Αρχιτεκτονική, πάντα σε συνεργασία με τοςυ κατοίκους. Η ανάπλαση συνεχίζεται πλέον προς την περιοχή του Βοτανικού, όπου μεγάλα επενδυτικά κεφάλαια απεργάζονται σοβαρές αλλαγές που θα καθορίσουν τη φυσιογνωμία του ευρύτερου κομματιού της πόλης για πολλές δεκαετιές τουλάχιστον. Κι είναι καιρός να στρέψουμε το βλέμμα προς τα εκεί, να δούμε τι γίνεται.